Η σεξουαλική επιθυμία μεταβάλλεται στην διάρκεια της ζωής μας. Εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως το στρες, οι ουσίες, το αλκοόλ, η ηλικία, τα προβλήματα στη σχέση, σημαντικά γεγονότα.
Οι ερευνητικές εκτιμήσεις επιπολασμού για τη διαταραχή της υποκινητικής σεξουαλικής επιθυμίας (hypoactive sexual desire disorder) στους άνδρες αγγίζουν ποσοστά έως και 20%.
Τι συμβαίνει σε έναν άνθρωπο που παρουσιάζει υποτονική επιθυμία; Με απλά λόγια, δεν ενδιαφέρεται για σεξουαλική δραστηριότητα. Πρόκειται για μία κατάσταση κατά την οποία είναι χαμηλή ή απουσιάζει η σεξουαλική ορμή και αυτό μας προκαλεί δυσφορία. Οι σεξουαλικές φαντασιώσεις μπορεί να είναι ελάχιστες ή ανύπαρκτες, το άτομο αδιαφορεί για σεξουαλικά ερεθίσματα ή και για την σύντροφο και τελικά μπορεί να αποφεύγει την δραστηριότητα και το σεξ. Η υποτονική επιθυμία μπορεί να υπάρχει από την έναρξη της σεξουαλική ζωής ή να παρουσιαστεί έπειτα από περίοδο φυσιολογικής λειτουργίας, όπως επίσης να είναι γενικευμένη ή καταστασιακή.
Η υποτονική σεξουαλική επιθυμία μπορεί να προκαλέσει αρνητικά συναισθήματα, τόσο στο άτομο που την βιώνει, όσο και στο σύντροφο. Η σεξουαλική σύντροφος του άνδρα που βιώνει μειωμένη σεξουαλική επιθυμία έρχεται αντιμέτωπη με συναισθήματα, όπως η απογοήτευση, η αμηχανία και η ντροπή. Μάλιστα, δεν είναι λίγες οι φορές που κατηγορεί τον εαυτό της και χρεώνει τον σύντροφό της, ότι δεν την θέλει πια.
Κάθε σεξουαλική δυσλειτουργία μπορεί να εγκλωβίσει το ζευγάρι και να φέρει ψυχρότητα, εχθρότητα, σιωπή, απόσταση, γι’ αυτό και πολλές φορές είναι δύσκολο για τον σύντροφο να το διαχειριστεί. Ωστόσο, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι ο τρόπος, με τον οποίο το ζευγάρι θα αντιμετωπίσει αυτά τα συναισθήματα, μπορεί να έχει μεγάλο αντίκτυπο στη συνολική σεξουαλική του ικανοποίηση και την ευημερία.
Η έρευνα έχει δείξει πως οι απαντήσεις του συντρόφου μας απέναντι στο σεξουαλικό μας πρόβλημα μπορούν να είναι:
- θετικές, δηλαδή αποκρίσεις που δείχνουν στοργή και κατανόηση
- αρνητικές, που περιέχουν επίκριση και εχθρότητα
- υπερβολικές-ακραίες, δηλαδή έντονη ενασχόληση ή αποφυγή
Πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Journal of Sexual Medicine, διερεύνησε πώς οι απαντήσεις των συντρόφων, στους άνδρες με υποτονική σεξουαλική επιθυμία, δύναται να επηρεάσουν τη σεξουαλική ικανοποίηση, είτε να προκαλέσουν σεξουαλική δυσφορία στο ζευγάρι.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι όταν οι άνδρες εισέπρατταν θετικά μηνύματα (κατανόηση, ενσυναίσθηση) ως απόκριση στη χαμηλή τους επιθυμία, από τις συντρόφους τους, οι ίδιοι και οι σύντροφοί τους ανέφεραν υψηλότερη σεξουαλική ικανοποίηση. Αντίθετα, όταν οι άνδρες έπαιρναν αρνητικές απαντήσεις (κριτική, εχθρικά σχόλια) τα ζευγάρια ανέφεραν χαμηλότερη σεξουαλική ικανοποίηση. Τέλος, όσον αφορά τους άνδρες που εισέπρατταν πιο ακραίες απαντήσεις, οι σύντροφοί τους ήταν πιο πιθανό να αναφέρουν υψηλότερη σεξουαλική δυσφορία.
Το σεξουαλικό πρόβλημα μέσα στη σχέση αφορά και τους δυο μας. Τα ευρήματα αυτής της σύγχρονης έρευνας επιβεβαιώνουν, για άλλη μια φορά, την σημασία της ενσυναίσθησης, της κατανόησης και των θετικών υποστηρικτικών μηνυμάτων μέσα στη σχέση. Τα ζευγάρια που καταφέρνουν να επικοινωνήσουν το πρόβλημα, να στηρίξουν τον σύντροφο που βιώνει μία δυσκολία, τελικά είναι πιο ευτυχισμένα και προχωρούν στην όποια δυσκολία μαζί. Ο χρεωστικός λόγος, η επίκριση, η αποφυγή και ο θυμός μας παγιδεύουν σε έναν φαύλο κύκλο, που διαιωνίζει το πρόβλημα και βλάπτει τη σχέση μας.
Δήμητρα Καρυοφύλλη
Κλινική Ψυχολόγος
Επιστημονική Συνεργάτις Ι.Ψ.Σ.Υ.